γηροκομείο
εξαιρετικός (-ή, -ό)/εξαιρετικά
γι' αυτό
μόνος (-η, -ο)
ενέργεια
λόγος
δραστήριος (-α, -ο)
συνταξιούχος (αρσενικό)
συνταξιούχος (θηλυκό)
αδύναμος (-η, -ο)/αδύναμα
Ω, με συγχωρείτε!/Ω, συγγνώμη!