μη αλκοολούχος (-α, -ο)
αλκοολούχος (-α, -ο)
μπαγκέτα
σάντουιτς
κάτι μου ανήκει
μαχαιροπίρουνο
(κάτι) αποτελείται από κάτι
επιχείρηση
υπαίθρια μπυραρία
φασόλι
σνακ
κάρυ
ντρέσινγκ/σως
σίδηρος
φράουλα
σχόλασμα
γκουρμέ/καλοφαγάς
γκουρμέ/καλοφαγού
φρούτο
πιρούνι
καινοτόμος (-α, -ο)
μπυραρία
κουτάλι
φοιτητική λέσχη
μαχαίρι
τρώω/πίνω κάτι
καρπός/ξηρός καρπός
μικρό μπολ
χαρτοπετσέτα
κάθομαι
σνακ
σπανάκι
δοκιμάζω κάτι/κάποιον
θυμάρι
στρώνω το τραπέζι
παράδοση
βγάζω από το βαρέλι (μπύρα)