Λεξιλόγιο
etwas auf|runden
rundet auf, rundete auf, hat aufgerundet

στρογγυλοποιώ κάτι

jemanden bedienen
bedient, bediente, hat bedient

εξυπηρετώ κάποιον

jemanden ein|laden
lädt ein, lud ein, hat eingeladen

προσκαλώ κάποιον

flexibel
flexibler, am flexibelsten

ευέλικτος (-η, -ο)/ευέλικτα

die Gastronomie
nur Singular
die Gastronomie

γαστρονομία

διευθυντής γαστρονομίας

διευθύντρια γαστρονομίας

die Gesellschaft
hier nur Singular

παρέα

knallig
knalliger, am knalligsten

έντονος (-η, -ο)/χτυπητός (-ή, -ό)

etwas koordinieren
koordiniert, koordinierte, hat koordiniert

συντονίζω κάτι

(etwas/jemanden) kritisieren
kritisiert, kritisierte, hat kritisiert

ασκώ κριτική (σε κάτι/κάποιον)

βοηθός κουζίνας (αρσενικό/θηλυκό)

λογότυπο

der Magen, die Mägen
alternativer Plural: die Magen

στομάχι

νυχτερινή βάρδια

(auf etwas/jemanden) neugierig
neugieriger, am neugierigsten

είμαι περίεργος (για κάτι/κάποιον)

χωρίς σχόλιο

etwas optimieren
optimiert, optimierte, hat optimiert

βελτιστοποιώ κάτι

ποιότητα

ιδιοκτήτης εστιατορίου

ιδιοκτήτρια εστιατορίου

αλυσίδα εστιατορίων

κριτικός εστιατορίων (αρσενικό)

κριτικός εστιατορίων (θηλυκό)

rufen
ruft, rief, hat gerufen
rufen

φωνάζω

τελικά

αυτονόητος (-η, -ο)/φυσικά

εξυπηρέτηση/σέρβις

καθημερινή ρουτίνα

üblich
üblicher, am üblichsten

συνηθισμένος (-η, -ο)