συναίσθημα
στιγμή
καίω/καίγομαι (μεταφορικά)
γνωστός (-ή)
είμαι εκεί για κάποιον
απερίσκεπτος (-η, -ο)/ξένοιαστος (-η, -ο)
πετάω κάτι στα απορρίμματα
ανησυχώ (για κάποιον/κάτι)
χρησιμοποιώ κάποιον/κάτι
εσωτερικά
δίκαιος (-η, -ο)
χρησιμεύω σε κάτι
σαβούρα
κάπου αλλού
δύναμη/εξουσία
είμαι φτιαγμένος (-η, -ο) για κάποιον/κάτι
εγκαταλείπω κάποιον/κάτι
ερωτεύομαι
υπομένω κάτι
σκίζω κάτι/πληγώνω κάποιον βαθιά (μεταφορικά)
πίνω κάτι αδειάζοντάς το/αδειάζω (μεταφορικά)
ραγίζω την καρδιά κάποιου
κάτι δεν έχει νόημα
κείτομαι στο πάτωμα/είμαι στα πατώματα (μεταφορικά)
κάτι εκπληρώνει τον σκοπό του
ερωτική απογοήτευση
μυρωδιά/οσμή
προσεκτικός (-ή, -ό)/προσεκτικά
δεν έχω επιλογή
απόλαυση (εδώ: για φαγητό ή ποτό)