Λεξιλόγιο
das Abitur
nur Singular

απολυτήριο λυκείου

συνημμένο/παράρτημα

θέση εργασίας

διαμονή στο εξωτερικό

belastbar
belastbarer, am belastbarsten

ανθεκτικός (-ή, -ό)

die Beratung, die Beratungen

συμβουλευτική

νέος στο επάγγελμα

νέα στο επάγγελμα

επαγγελματική εμπειρία

sich (um etwas) bewerben
bewirbt, bewarb, hat beworben

κάνω αίτηση (για κάτι)

etwas bieten
bietet, bot, hat geboten

προσφέρω κάτι

der Führerschein, die Führerscheine

δίπλωμα οδήγησης

γνώση

etwas koordinieren
koordiniert, koordinierte, hat koordiniert

συντονίζω κάτι

βιογραφικό σημείωμα

die Mathematik
nur Singular
die Mathematik

Μαθηματικά

motiviert
motivierter, am motiviertesten

φιλόδοξος (-η, -ο)

nötig
nötiger, am nötigsten

απαραίτητος (-η, -ο)

πρακτική άσκηση

ξυλουργός (αρσενικό)

ξυλουργός (θηλυκό)

die Schulbildung
nur Singular

σχολική εκπαίδευση

jemandem etwas senden
sendet, sendete, hat gesendet

στέλνω κάτι σε κάποιον

sich (auf etwas) spezialisieren
spezialisiert, spezialisierte, hat spezialisiert

εξειδικεύομαι (σε κάτι)

σημείο/θέση

die Stellenanzeige, die Stellenanzeigen

αγγελία θέσης εργασίας

εργασία/δραστηριότητα

teamfähig
teamfähiger, am teamfähigsten

ικανός για ομαδική εργασία

die Teilzeit
nur Singular

μερική απασχόληση

die Vollzeit
nur Singular

πλήρης απασχόληση

εργαζόμενος σε πλήρη απασχόληση

das Zeugnis, die Zeugnisse

πιστοποιητικό/σχολικός έλεγχος