εφαρμογή
ελαττωματικός (-ή, -ό)/χαλασμένος (-η, -ο)
κατεβάζω
προσεγγίζω κάποιον/έχω απήχηση σε κάποιον
ελευθερία
γκουγκλάρω κάτι/κάποιον
κατεβάζω κάτι (Internet)
φωτογραφική μηχανή/κάμερα
ακουστικά
πάθος
κάνω like σε κάτι
στέλνω (κάτι σε κάποιον) μέσω email
χρησιμοποιώ κάτι
offline/εκτός διαδικτύου
online/εντός διαδικτύου
ξεφούσκωτος (-η, -ο)
δημοσιεύω κάτι
λάστιχο (αυτοκινήτου, ποδηλάτου κ.λπ.)
κάνω skype/κάνω βιντεοκλήση διαδικτυακά
smartphone
κοινωνικό δίκτυο
σερφάρω (στο διαδίκτυο)/περιηγούμαι (στο διαδίκτυο)
tablet/τάμπλετ
κοινοποιώ κάτι
παντού
διαφημιστική εταιρεία
εφημερίδα