Τα Γερμανικά έχουν τέσσερις πτώσεις. Γνωρίζεις ήδη τις τρεις: ονομαστική, αιτιατική και δοτική. Η τέταρτη ονομάζεται γενική. Με τη γενική μπορούμε να εκφράσουμε ιδιοκτησία ή υπαγωγή.
Για να δηλώσουμε ότι κάτι ανήκει σε κάποιον, μπορούμε να προσδιορίσουμε ένα ουσιαστικό με ένα ακόμα ουσιαστικό σε γενική πτώση, τον προσδιορισμό σε γενική. Αν αυτός ο προσδιορισμός σε γενική είναι όνομα, βρίσκεται κατά κανόνα μπροστά από το άλλο ουσιαστικό και χαρακτηρίζεται από την κατάληξη «-s».
Das ist Selmas Handy.
Das ist Sebastians Gitarre.
Στα ονόματα που λήγουν σε φθόγγο «s» («-s», «-ß», «-z» ή «-x»), μπαίνει αντί για την κατάληξη «-s» μία απόστροφος:
Das ist Max' Fahrrad.
Γραμματικοί όροι στα Γερμανικά: der Genitiv: Στα Γερμανικά υπάρχουν τέσσερις διαφορετικοί τύποι ή κατηγορίες του ουσιαστικού, που ονομάζονται «Fälle» ή «Kasus». Εκτός από την ονομαστική, την αιτιατική και τη δοτική, υπάρχει και η γενική. Τα ουσιαστικά παίρνουν αυτή τη μορφή, όταν για παράδειγμα ακολουθούν μετά από συγκεκριμένες προθέσεις ή όταν λειτουργούν ως προσδιορισμός ενός άλλου ουσιαστικού. Με έναν προσδιορισμό σε γενική μπορούμε να εκφράσουμε ιδιοκτησία ή υπαγωγή. Τα άρθρα παίρνουν τις μορφές: des/eines, der/einer, der/-. Σε ουσιαστικά αρσενικού και ουδέτερου γένους, καθώς και σε ονόματα, προστίθεται συχνά η κατάληξη «-s». |