Το όνομά μου είναι Müller

Κάποιος κρατάει με τα δύο του χέρια μία κάρτα με την επιγραφή «Müller». (iStockphoto)
Τα επώνυμα είναι σημαντικά στη δουλειά ή στις υπηρεσίες – στην ιδιωτική ζωή χρησιμοποιούνται σπάνια.null iStockphoto

Έως και τον 12ο αιώνα, η προσφώνηση άλλων ατόμων στη Γερμανία γινόταν χρησιμοποιώντας μόνο το μικρό τους όνομα. Αργότερα εμφανίστηκαν παρωνύμια, όπως π.χ. Heinrich ο Μέγας ή Anna η Επιμελής. Η επικράτηση οικογενειακών ονομάτων σε ευρεία κλίμακα σημειώνεται μόνο από τον 15ο αιώνα και έπειτα.

Πολλά τυπικά γερμανικά επίθετα είναι μεσαιωνικής προέλευσης και προέρχονται από βιοτεχνικά και χειρωνακτικά επαγγέλματα. Τα σημαντικότερα επαγγέλματα της εποχής εκείνης αποτελούν σήμερα τα πιο συχνά γερμανικά επίθετα. Το επίθετο «Müller» (μυλωνάς) είναι το πλέον διαδεδομένο, υπάρχουν ωστόσο και πολλοί «Schneider» (ράφτης), «Fischer» (ψαράς), «Schuster» (τσαγκάρης) ή «Weber» (υφαντής). Κάποια επίθετα δέχθηκαν και μικρές μεταβολές: Για παράδειγμα, το επίθετο «Schmied» (σιδηρουργός) παραλλάχθηκε σε «Schmidt» και το «Bäcker» (φούρναρης) σε «Becker».

Στη Γερμανία, το οικογενειακό όνομα ή το επίθετο έχει πολύ σημαντικό ρόλο στην επικοινωνία σε επίσημο επίπεδο. Έτσι, τα ενήλικα άτομα πρέπει να τα προσφωνείς λέγοντας κυρία Müller ή κύριε Schuster και χρησιμοποιώντας το «Sie». Ακόμα και ένας καθηγητής οφείλει να απευθύνεται στους μαθητές του στον πληθυντικό ευγενείας, όταν αυτοί έχουν συμπληρώσει το 16ο έτος της ηλικίας και επιμένουν να τους απευθύνονται έτσι.