σίγουρος (-η, -ο)/σίγουρα
καταναλώνω κάτι
εισόδημα
προς τι/για ποιον λόγο
προειδοποιώ κάποιον
άγχος
μισώ κάποιον/κάτι
πράγματα
δημόσιος υπάλληλος
δημόσια υπάλληλος
γι' αυτό/επομένως
αιωνιότητα
εργαζόμενος/υπάλληλος
εργαζόμενη/υπάλληλος
προωθώ/συνδέω κάποιον (στο τηλέφωνο)
είμαι κλεισμένος για κάποιον (π.χ. πελάτη)
δελτίο ταυτότητας
δήλωση νέων στοιχείων κατοικίας σε περίπτωση μετακόμισης
αριθμός φορολογικού μητρώου (Α.Φ.Μ.)
αριθμός ασφάλισης σύνταξης
φόρος εισοδήματος
φόρος προστιθέμενης αξίας (Φ.Π.Α.)
εκκλησιαστικός φόρος
κωδικός αριθμός τράπεζας
υπόλοιπο τραπεζικού λογαριασμού
κωδικός BIC
Τι συμβαίνει;
(κάτι) πετυχαίνει
Ληξιαρχείο
ξεδηλώνομαι
Τμήμα Αδειών Κυκλοφορίας
επιβεβαιώνω κάτι
Υπηρεσία Καταχώρισης Κατοίκων
εμφανίζομαι/παρουσιάζομαι
ακυρώνω κάτι
έγκαιρος (-η, -ο)/έγκαιρα
έχω κάτι έτοιμο
απαραίτητος (-η, -ο)
επιθυμία/παράκληση
επεξεργάζομαι κάτι
περισσότερος (-η, -ο)
γι' αυτό