Λεξιλόγιο

για να/ώστε να

jemanden/etwas erwarten
erwartet, erwartete, hat erwartet

περιμένω κάποιον/κάτι

(in etwas) investieren
investiert, investierte, hat investiert

επενδύω σε κάτι

etwas kühlen
kühlt, kühlte, hat gekühlt

ψυχραίνω κάτι

προφανής (-ής, -ές)/προφανώς

ηλεκτρική σκούπα ρομπότ

etwas durch vier teilen
teilt, teilte, hat geteilt

μοιράζω/χωρίζω κάτι στα τέσσερα

για να/ώστε να

sich versöhnen
versöhnt, versöhnte, hat versöhnt

συμφιλιώνομαι

υπερβολικά/πάρα πολύ

γιατί/προς τι/για ποιον λόγο

τουλάχιστον