Βοηθητικά ρήματα: Η σημασία τους

Μέχρι τώρα έχεις συναντήσει τρία βοηθητικά ρήματα: «können», «müssen» και «wollen»:

Το βοηθητικό ρήμα «können» εκφράζει δυνατότητα ή ικανότητα:
Nico kann studieren. (Έχει τις νοητικές ικανότητες και τα οικονομικά μέσα για να σπουδάσει.)
Στον ενικό, το φωνήεν «ö» μεταβάλλεται σε «a».

Το βοηθητικό ρήμα «müssen» εκφράζει αναγκαιότητα ή καταναγκασμό:
Nico muss studieren. (Οι γονείς του του ασκούν πίεση. Εάν δεν σπουδάσει, αυτό θα έχει αρνητικές συνέπειες για αυτόν.)
Στον ενικό, το φωνήεν «ü» μεταβάλλεται σε «u».

Το βοηθητικό ρήμα «wollen» εκφράζει βούληση ή πρόθεση:
Nico will studieren. (Έχει την επιθυμία ή το σχέδιο να σπουδάσει.)
Στον ενικό, το φωνήεν «o» μεταβάλλεται σε «i».

Υπάρχει ακόμα ένα βοηθητικό ρήμα με το οποίο μπορούμε να εκφράσουμε επιθυμία, το ρήμα«möchten (mögen
Nico möchte studieren.

Η σημασία των βοηθητικών ρημάτων «wollen» και «möchten» είναι παρεμφερής. Και τα δύο περιγράφουν κάτι που θα θέλαμε να έχουμε ή να κάνουμε, δίνουν ωστόσο διαφορετική έμφαση.

  • Το «Ich möchte» περιγράφει μία επιθυμία και ηχεί πιο ευγενικό.
  • Το «Ich will» είναι πιο έντονο και πιο συγκεκριμένο.

Το ρήμα «möchten» κλίνεται διαφορετικά απ’ ό,τι τα άλλα βοηθητικά ρήματα. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι το ρήμα «möchten» είναι μία ειδική μορφή του ρήματος «mögen». Ωστόσο, και εδώ, οι τύποι του α' και γ' ενικού προσώπου είναι πανομοιότυποι.

Ενικός:  
α' πρόσωπο ich möchte
β' πρόσωπο du möchtest
γ' πρόσωπο er/sie/es möchte
Πληθυντικός:  
α' πρόσωπο wir möchten
β' πρόσωπο ihr möchtet
γ' πρόσωπο sie möchten
Πληθυντικός ευγενείας: Sie möchten