Τον Παρατατικό τον χρησιμοποιούμε κυρίως στον γραπτό λόγο, για να δηλώσουμε κάτι που συνέβη στο παρελθόν. Για παράδειγμα, τον χρησιμοποιούμε σε βιογραφικά κείμενα:
Der Architekt Walter Gropius wanderte 1934 aus und arbeitete ab 1937 in den USA.
Τα ρήματα «wandern» και «arbeiten» είναι παραδείγματα ομαλών ρημάτων. Έχεις ήδη μάθει τη διαφορά μεταξύ των ομαλών και των ανωμάλων ρημάτων σε συνάφεια με τον Παρακείμενο. Τα ρήματα που στον Παρακείμενο είναι ομαλά, σχηματίζουν τη μετοχή παρακειμένου με την κατάληξη «-t». Τα ρήματα αυτά είναι ομαλά και στον Παρατατικό.
O Παρατατικός των ομαλών ρημάτων σχηματίζεται προσθέτοντας στο θέμα του ρήματος ένα
«-te-» και την αντίστοιχη κατάληξη του προσώπου. Όμως, στο α' και το γ' ενικό πρόσωπο, μετά το «-te-» δεν ακολουθεί άλλη κατάληξη.
Έτσι, το ρήμα κλίνεται ως εξής:
Ενικός | |
α' πρόσωπο | ich wanderte |
β' πρόσωπο | du wandertest |
γ' πρόσωπο | er/sie/es wanderte |
Πληθυντικός | |
α' πρόσωπο | wir wanderten |
β' πρόσωπο | ihr wandertet |
γ' πρόσωπο | sie wanderten |
Πληθυντικός ευγενείας: | Sie wanderten |
Αυτόν τον τύπο κλίσης τον γνωρίζεις ήδη από τα βοηθητικά ρήματα «können», «müssen», «sollen», «wollen», «mögen» και «dürfen» στον Παρατατικό.
Εάν το θέμα του ρήματος λήγει σε «-t» ή «-d», μετά το θέμα προστίθεται ένα «-ete-».
Ενικός | |
α' πρόσωπο | ich arbeitete |
β' πρόσωπο | du arbeitetest |
γ' πρόσωπο | er/sie/es arbeitete |
Πληθυντικός | |
α' πρόσωπο | wir arbeiteten |
β' πρόσωπο | ihr arbeitetet |
γ' πρόσωπο | sie arbeiteten |
Πληθυντικός ευγενείας: | Sie arbeiteten |
Γραμματικοί όροι στα Γερμανικά: das Präteritum: Ο Παρατατικός είναι ένας χρόνος του ρήματος. Τον Παρατατικό τον χρησιμοποιούμε κυρίως στον γραπτό λόγο, για να περιγράψουμε γεγονότα, ενέργειες ή καταστάσεις που έχουν συμβεί στο παρελθόν. Τον Παρατατικό κάποιων συγκεκριμένων ρημάτων, π.χ. του ρήματος «sein», τον χρησιμοποιούμε και στον προφορικό λόγο. |